Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

«Το ημερολόγιο ενός κατασκηνωτή»

Ήταν το τελευταίο μας καλοκαίρι. Το ξέραμε όλοι και ας μη το ομολογούσαμε μεταξύ μας. Σχεδόν είκοσι χρονών, άλλοι παραπάνω άλλοι παρακάτω οι ομαδάρχες εκείνης της κατασκηνωτικής περιόδου στο Ταΰγετο. Το «πέλαγο» της ζωής ξανοιγόταν μπροστά μας και εμείς σαν ιστιοφόρα ανοίγαμε πανιά να ταξιδέψουμε στις αχαρτογράφητες ηπείρους των ονείρων μας.
Τα όνειρα μας που φωταγωγούσε ο έναστρος ουρανός τα βράδια που κοιμόμασταν στο δάσος του Ταϋγέτου μέχρι την ανατολή του ήλιου.

Όλα έπαιρναν τότε χρώμα και μορφή μεγαλειώδης. Θα γινόμασταν σπουδαίοι και τρανοί και θα ανταμώναμε τα καλοκαίρια να λέμε για τη ζωή μας στον ίδο χώρο. Ύστερα μιλάγαμε για τη φιλία και τον έρωτα. Πάντα ωστόσο υπήρχε και η επιστροφή στο γνωστό θέμα. Ηταν αλήθεια, ήταν πλαστό ή μια φάρσα από κάποιον παλαιό κατασκηνωτή ως παρακαταθήκη καψωνιού. Φυσικά ο λόγος για το επίμαχο «Ημερολόγιο ενός κατασκηνωτή». Το βρήκαμε κάτω από ένα στρώμα σχεδόν ξεθωριασμένο . Καταλάβαινες πως είχε ξεχαστεί εκεί για χρόνια καθώς το σπιτάκι αυτό σπάνια το ανοίγαμε. Όταν μου το έφεραν στο αρχηγείο δε το διάβασα αμέσως. Μετά από λίγες ημέρες το ανακάλυψε ο Νίκος και άρχισε να το διαβάζει. Κάποιο βράδυ ο Νίκος μου χτύπησε τη πόρτα ενώ κοιμόμουν. Είχε διαβάσει ολόκληρο το ημερολόγιο και ήταν αναστατωμένος.
-Απίστευτο αν δεν είναι πλάκα είναι απίστευτο. Αυτό το ημερολόγιο μπορεί να αλλάξει την άποψη μας για το χώρο που ζήσαμε αυτά τα χρόνια και να τροφοδοτήσει νέους θρύλους, είπε ο Νίκος.
Μέρα με την ημέρα το διαβάσαμε όλα τα στελέχη της κατασκήνωσης. Για τα παιδιά δε γινόταν λόγος αν θα διαβαστεί. Τελευταίος το διάβασα εγώ . Ήταν μεσημέρι του Αυγούστου την ώρα του σιωπητηρίου που ποτέ δεν εφάρμοσα σαν αρχηγός, ωστόσο επικρατούσε ησυχία. Το διάβασα χωρίς  σταματημό και τότε σαν διάβασα και τις τελευταίες σελίδες του ημερολογίου θυμήθηκα πως κάποια από αυτά τα γεγονότα είχαν ακουστεί στα τέλη της δεκαετίας του 80 μάλλον το καλοκαίρι του 1989.

«Το ημερολόγιο ενός κατασκηνωτή»
16 Ιουλίου: Είμαι στη μεγάλη ομάδα και σήμερα είναι η Τρίτη ημέρα που βρίσκομαι στη κατασκήνωση. Κρατάω για πρώτη φορά στη ζωή μου ημερολόγιο γιατί εδώ και ημέρες συμβαίνουν τρομερά πράγματα. Η ζωή κυλά βασανιστικά, ειδικά τις νύχτες και κάποιοι σκέφτονται να φύγουν αλλά δε τολμάνε να το αναφέρουν στους ομαδάρχες. Για όλα φταίει η ηλίθια ιδέα του Ηλία.
17 Ιουλίου: Σήμερα το βράδυ δε κοιμηθήκαμε πάλι. Περπατάγαμε όλοι μαζί η ίδια πάντα παρέα. Κάθε ήχος κάθε θρόισμα μια μαχαιριά μια αιτία αναβολής να βρεθούμε στα κρεβάτια μας.
18 Ιουλίου: Σήμερα κοιμηθήκαμε όλη η παρέα στο τσίγκο, όλοι ακούγαμε τις φωνές και τα ουρλιαχτά. Ο Ηλίας μόνο μας λύτρωσε με την εμφάνιση του. Πρέπει να κάνουμε κάτι να εξιλεωθούμε από τη κουταμάρα εκείνης της ημέρας του είπαμε.
19 Ιουλίου: Πως ξεκίνησαν όλα.Το δεύτερο βράδυ της κατασκηνωτικής περιόδου ο Ηλίας μας είπε πως θα είχε πλάκα αν τρομάζαμε τις μαγείρισσες στο Ξενώνα το βράδι που κοιμόντουσαν. Έτσι μαζευτήκαμε μια παρέα από τη μεγάλη ομάδα και τρεις ομαδάρχες. Πήραμε με προτροπή του Ηλία ένα θυμιατό λίγο λιβάνι πριόνι αξίνα και διάφορα εργαλεία από τη πυροσβεστική φωλιά. Ο Ηλίας ήξερε όπως μας διαβεβαίωνε από θυσίες  και μας έβαλε στη σειρά να γυρίζουμε γύρω από το ξενώνα κάνοντας κινήσεις ανάλογα με το τη κρατούσαμε και το τελετουργικό που είχε σκαρφιστεί. Λέγαμε λόγια που δε καταλαβαίναμε και τρέχαμε σα τρελοί. Γυρίσαμε πολλές φορές γύρω από το ξενώνα ώσπου μια μαγείρισσα άνοιξε το παράθυρο και σα μας αντίκρισε έβαλε τις φωνές και λιποθύμησε. Επικράτησε πανικός εμείς φύγαμε τρέχοντας και ο ξενώνας ξαφνικά πήρε ζωή αφού ξύπνησαν όλοι μέσα σε αυτόν.
Την άλλη ημέρα η μαγείρισσα αφηγήθηκε σε όλους πως είχε δει μορφές δαιμονικές να περιφέρονται έξω από το δωμάτιο της αλλά δεν έκανε καμία αναφορά σε εμάς δα να μη μας είδε σα να είχαμε αλλάξει πρόσωπο. Εμείς δε της αποκαλύψαμε την αλήθεια . Όμως τα πράγματα δε τελείωσαν εδώ γιατί το ίδιο βράδυ όπως ήμασταν η ίδια παρέα συγκεντρωμένοι στη πλατεία της κατασκήνωσης ακούσαμε τους πρώτους ήχους. Κλάματα μωρού ουρλιαχτά και ύστερα σύρσιμο από αξίνα στο χώμα. Ήταν ακριβώς οι ήχοι που δημιουργήσαμε με τη καθοδήγηση του Ηλία εκείνο το βράδυ της «τελετής». Κρύος ιδρώτας κατέλαβε τους περισσότερους. Ο Ηλίας μας εξήγησε πως η τελετή είχε πιάσει. Το κοιτάξαμε με δυσφορία. Από εκείνο το βράδυ ακούμε αυτούς τους ήχους με εναλλαγή. Δεν έχουμε αποκαλύψει τίποτα στον αρχηγό.
20 Ιουλίου: Ο Ηλίας έφυγε για τη Καλαμάτα. Είπε πως τον χρειάστηκε ο πατέρας του στη δουλειά. Το βράδυ εκεί που περπατάγαμε ακούσαμε ένα θόρυβο. Ο Μίλτος είπε πως είναι γρουσουζιά να δούμε τι είναι και ανέφερε την αγγλική παροιμία: Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα. Λίγη ώρα αργότερα προσπαθήσαμε να εντοπίσουμε τα κλάματα ενός μωρού και ο Μίλτος ανέφερε για δεύτερη φορά τη φράση Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα. Στις τρεις τα μεσάνυχτα έξω από το αρχηγείο όπως καθόμασταν ακούσαμε βήματα από το δάσος. Τρέξαμε να δούμε τι είναι. Ο Μίλτος λέει για άλλη μια φορά –Η περιέργεια σκότωσε τη γάτα. Δε πρόλαβε  να τελειώσει τη φράση του και από το γήπεδο έκανε την εμφάνιση της μια γάτα. Είμαι από το 1981 στη κατακήνωση. Γάτα δεν είχα δει ποτέ μέχρι σήμερα. Τρόμος και πανικός μα κατέλαβε όλους.
21 Ιουλίου: Άσχημα νέα. Το μεσημέρι μάθαμε πως τον Ηλία τον αναζητά η αστυνομία για συμμετοχή σε οργάνωση που τελούσε διάφορες θυσίες στην Αττική. Το τζιπάκι της αστυνομίας τον αναζητά και στο βουνό.
22 Ιουλίου: Ολο το βράδυ ακούγαμε πέτρες να πέφτουν στα σπιτάκια που κοιμόμασταν. Σήμερα οι μόνοι που το αναφέραμε ήμασταν η παρέα που είχε λάβει μέρος στο καψώνι της τελετής. Κανένας άλλος δεν άκουσε τίποτα. Θέλω να φύγω….
Εδώ σταματά το ημερολόγιο. Το ημερολόγιο ενός κατασκηνωτή που δε μάθαμε ποτέ τη ταυτότητα του. Για πολύ καιρό μετά κάναμε μια έρευνα να δέσουμε περιστατικά στην Αττική και ερευνήσαμε το αρχείο με τους παλαιούς κατασκηνωτές. Το όνομα Ηλίας υπήρχε για τρία άτομα εκείνα τα χρόνια. Όπως και περιστατικό με θυσίες είχε λάβει χώρα στην Ελλάδα εκείνα τα χρόνια. Το ημερολόγιο το κράτησα και το βγάζω στη δημοσιότητα είκοσι χρόνια μετά. Η κατασκήνωση δε λειτουργεί πια και οι ήρωες της ιστορίας είναι μεταξύ σαράντα με πενήντα χρονών. Θυμάμαι ακόμη το Κώστα με τρόμο στα μάτια να ξαναδιαβάζει τον επιλογο του ημερολογίου: Αν το διαβάσετε το ημερολόγιο μου και εγώ δεν υπάρχω στη ζωή βρείτε τον Ηλία σας παρακαλώ  και πείστε τον να «διαγράψει» εκείνη τη νύχτα.


-Ζήσαμε αξέχαστα καλοκαίρια. Είπαμε τις πιο τρομαχτικές ιστορίες. Τρομάξαμε με το θρόισμα των φύλων και τον ήχο της καμπάνας τα μεσάνυχτα. Γνωρίσαμε ανθρώπους που άφησαν μια γλυκιά ανάμνηση ένα χάδι στη καρδιά. Για πολλούς η φιλία γνώρισε άνθηση σε αυτό το χώρο που ανήκει στο Ταϋγετο στις αναμνήσεις μας και στα όνειρα μας. Εμείς φύγαμε, οι ιστορίες έμειναν και επέζησαν στο χρόνο. Το λιωμένο παιδί, τα σκυλιά του Βουλουμάνου, ο έβδομος…. Τώρα στο πάνθεον των θρύλων ζητά μια θέση και η ιστορία αυτή «Το ημερολόγιο ενός κατασκηνωτή»  εκεί σε μια κατασκήνωση στο Ταΰγετο.
Γιάννης Λάσκαρης